Κριτήρια για τη διαλογή περιπτώσεων ELD

Ο κατάλογος ελέγχου για την εξέταση των περιπτώσεων ELD χωρίζεται σε δύο φάσεις που ονομάζονται ΒΗΜΑ 1 και ΒΗΜΑ 2.
Το STEP 1 είναι το πρώτο και ευκολότερο και βασικό στάδιο της αξιολόγησης των περιπτώσεων, ενώ το STEP 2 είναι πιο προχωρημένο.
Το ΒΗΜΑ 1 μπορεί να γίνει από μη ειδικούς σε θέματα ELD. Είναι η φάση διαλογής που είναι χρήσιμη για τον εντοπισμό των υποθέσεων που θα υποβληθούν περαιτέρω στο STEP 2.
Το ΒΗΜΑ 1 είναι χρήσιμο για τον προσδιορισμό των υποθέσεων που πρέπει να κοινοποιηθούν στην αρμόδια αρχή για την επιβολή της οδηγίας για την περιβαλλοντική ευθύνη (ELD), προκειμένου να εκτιμηθεί η περιβαλλοντική ζημία (ή ο άμεσος κίνδυνος ζημίας) στο πλαίσιο του καθεστώτος της ELD. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν το ΒΗΜΑ 2 απευθύνεται σε εμπειρογνώμονες της ELD, μπορεί να διεξαχθεί από μη εμπειρογνώμονες στην ELD, οπότε η πιθανή περίπτωση ELD θα πρέπει να διαβιβαστεί στην αρμόδια αρχή για την ELD στη συνέχεια.
Ο πίνακας διαλογής ΒΗΜΑ 1 έχει ως στόχο να βοηθήσει τον χρήστη που δεν είναι ειδικός στον ΗΛΕ να εντοπίσει τις περιπτώσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο του καθεστώτος ΗΛΕ, δηλαδή πότε είναι σκόπιμο να υποβληθεί η περίπτωση στην αρμόδια αρχή για τον ΗΛΕ. Κατά συνέπεια, όταν η περίπτωση δεν προσδιορίζεται ως πιθανή περίπτωση ELD στο STEP 1, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να είναι περίπτωση ELD, διότι το STEP 1 αποσκοπεί μόνο στο να βοηθήσει στον προσδιορισμό πιθανών περιπτώσεων ELD και όχι στο αντίθετο, δηλαδή στον προσδιορισμό πιθανών περιπτώσεων μη ELD. Συνεπώς, εάν η απάντηση στην ερώτηση είναι ΟΧΙ, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορείτε να είστε βέβαιοι ότι η περίπτωση δεν είναι περίπτωση ELD.


Σημείωση: Οι περιπτώσεις που παρατίθενται στην αναπτυσσόμενη λίστα του ΒΗΜΑΤΟΣ 1 διαλογής είναι ορισμένα παραδείγματα. Ο κατάλογος μπορεί να συμπληρωθεί ή να τροποποιηθεί από τον χρήστη, ανάλογα με τις ανάγκες του.

Η αρχή του ΒΗΜΑΤΟΣ 1 βασίζεται στο γεγονός ότι οι δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον πρέπει να είναι ορατές/ανιχνεύσιμες. Σε περίπτωση που δεν παρατηρούνται/ανιχνεύονται δυσμενείς επιπτώσεις, το ζημιογόνο συμβάν θα πρέπει να είναι σοβαρό, προκειμένου να προχωρήσετε με το ΒΗΜΑ 2. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που δεν βλέπετε/εντοπίζετε δυσμενείς επιπτώσεις στον φυσικό πόρο, σημαίνει ότι πιθανότατα το ζημιογόνο συμβάν δεν ήταν τόσο σοβαρό ώστε να προκαλέσει σημαντική δυσμενή επίπτωση στον φυσικό πόρο.
Επομένως, στην περίπτωση αυτή, προκειμένου να προχωρήσετε στο ΒΗΜΑ 2 της διαλογής, θα πρέπει να βρίσκεστε μπροστά σε ένα σοβαρό βλαπτικό συμβάν και, προκειμένου να αξιολογηθεί η σοβαρότητα του βλαπτικού συμβάντος1, θα πρέπει να αξιολογηθούν τα χωρικά (ποσότητα, έκταση, κινητικότητα, χωρική τάση κ.λπ.) και χρονικά (διάρκεια, χρονική τάση κ.λπ.), καθώς και τα εγγενή (επικινδυνότητα έναντι των φυσικών πόρων κ.λπ.) χαρακτηριστικά του βλαπτικού συμβάντος.
Το ΣΤΑΔΙΟ 2 είναι μια πιο προχωρημένη φάση διαλογής που περιλαμβάνει την επαλήθευση της δυνατότητας εφαρμογής της ΕΛΑΚ2, τον προσδιορισμό των φυσικών πόρων που προστατεύονται από την ΕΛΑΚ και την επαλήθευση της συνέπειας μεταξύ των παραγόντων ζημίας και των εννοιών αναφοράς.
Ο χρήστης ενδέχεται να μην έχει όλες τις χρήσιμες πληροφορίες για να ελέγξει τις περιπτώσεις με τη διαδικασία διαλογής STEP 2. Στην περίπτωση αυτή, ο χρήστης μπορεί να συνεχίσει την αξιολόγηση της περίπτωσης συμπληρώνοντας τους πίνακες ISPD, καθώς περιλαμβάνουν τις αξιολογήσεις της διαδικασίας διαλογής STEP 2.

 

1 Οι όροι 'μεγάλης κλίμακας' και 'παρατεταμένης' που βρίσκει ο χρήστης στους πίνακες ελέγχου σημαίνουν ότι η σοβαρότητα του ζημιογόνου συμβάντος μπορεί να εξαρτάται, σε ορισμένες περιπτώσεις, από χωρικά (ποσότητα) ή χρονικά (διάρκεια) χαρακτηριστικά. Ωστόσο, δεδομένου ότι οι όροι 'μεγάλης κλίμακας' και παρατεταμένη' είναι αόριστοι, θα πρέπει να αξιολογούνται κατά περίπτωση.
2 Η εθνική νομοθεσία των επιμέρους κρατών μελών ενδέχεται να περιέχει πρόσθετα και διαφορετικά κριτήρια σχετικά με τη διαχρονική εφαρμοσιμότητα.  Έτσι, παρακαλούμε να ανατρέξετε στην εθνική νομοθεσία, εκτός από την ίδια την ΟΑΠΔ.
This site uses cookies from Google to deliver its services and to analyze traffic. Your IP address and user-agent are shared with Google along with performance and security metrics to ensure quality of service, generate usage statistics, and to detect and address abuse.